Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- προγόμφιος ο [proγómfios] Ο20α : καθένα από τα οχτώ δόντια που βρίσκονται ανά δύο ανάμεσα στους γομφίους και στους κυνόδοντες στην άνω και κάτω σιαγόνα του ανθρώπου και των άλλων θηλαστικών.
[λόγ. προ- γομφίος μτφρδ. γαλλ. prémollaire]



