Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: προγεστερόνη
1 εγγραφή
προγεστερόνη η [projesteróni] Ο30 : ορμόνη του γυναικείου γεννητικού συστήματος που ρυθμίζει το βλεννογόνο της μήτρας και παίζει σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία και την εξέλιξη της κύησης.

[λόγ. < γαλλ. progestérone (-one = -όνη)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες