Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πραγματοκρατία
1 εγγραφή
πραγματοκρατία η [praγmatokratía] Ο25 : (σπάν.) ο ρεαλισμός.

[λόγ. πραγματ- (πράγμα) -ο- + -κρατία απόδ. γαλλ. réalisme]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες