Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πολύγνωμος
1 εγγραφή
πολύγνωμος -η -ο [políγnomos] Ε5 : που δεν μπορεί να καταλήξει σε μια άποψη, απόφαση, που παλινδρομεί ανάμεσα σε πολλές γνώμες για το ίδιο θέμα, αναποφάσιστος.

[πολυ- + γνώμ(η) -ος (πρβ. ελνστ. πολύγνωμος `πολύ σώφρονας΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες