Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πολυδακτυλία
1 εγγραφή
πολυδακτυλία η [poliδaktilía] Ο25 : (ιατρ., βιολ.) ανωμαλία στη διάπλαση, που συνίσταται στην ύπαρξη περισσότερων από τον κανονικό αριθμό δακτύλων στα χέρια ή στα πόδια ανθρώπου ή ζώου.

[λόγ. < γαλλ. polydactylie < polydactyl(e) = πολυδάκτυλ(ος) -ie = -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες