Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πλίθα
1 εγγραφή
πλίθα η [plíθa] & πλίθρα η [plíθra] Ο25 : πλιθί.

[αρχ. ἡ πλίνθ(ος) μεταπλ. -α, αφομ. [nθ > θθ] και απλοπ. του διπλού συμφ. [θθ > θ] · πλίθ(α) -ρα κατά το πέτρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες