Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: περιζήτητος
1 εγγραφή
περιζήτητος -η -ο [perizítitos] Ε5 : που πολλοί ή όλοι επιθυμούν να τον αποκτήσουν, συνήθ. γιατί έχει αξία ή γιατί είναι σπάνιος: Περιζήτητη νύφη. Περιζήτητο βιβλίο.

[λόγ. περι- ζητη- (ζητώ) -τος με βάση το ελνστ. περιζήτησις `έρευνα΄ μτφρδ. γαλλ. recherché]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες