Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- παραμεσόγειος -α -ο [paramesójios] Ε6 : (για τόπο, περιοχή) που βρίσκεται κοντά στη Mεσόγειο Θάλασσα: Οι παραμεσόγειες περιοχές έχουν πιο γλυκό κλίμα από τις ηπειρωτικές.
[λόγ. παρα- 1 Mεσόγειος]