Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παράκεντρος
1 εγγραφή
παράκεντρος -η -ο [parákendros] Ε5 : που βρίσκεται κοντά, δίπλα στο κέντρο.

[λόγ. παρα- 1 κέντρ(ον) -ος μτφρδ. γαλλ. paracentrique < para- = παρα- 1 + centr(e) = κέντρ(ον) (-ique = -ικός)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες