Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πανσπερμία
1 εγγραφή
πανσπερμία η [panspermía] Ο25 : I.(βιολ.) θεωρία που προτάθηκε κατά τον 18ο αι. και υποστήριζε την προέλευση της ζωής από σπέρματα που μεταφέρθηκαν στη Γη από άλλους πλανήτες. II. (με γεν. ονόματος) η ύπαρξη στον ίδιο χώρο πολλών, ποικίλων και διαφορετικής προέλευσης ειδών ή πραγμάτων· (πρβ. συνονθύλευμα): ~ εθνών / φυλών / εθνοτήτων. ~ γλωσσών.

[λόγ.: Ι: γαλλ. panspermie (στη νέα σημ.) < αρχ. πανσπερμία `ανάμειξη όλων των σπόρων, ανάμειξη των στοιχείων (κατά την ατομική φιλοσοφία)΄· ΙΙ: μτφ. με βάση την αρχ. σημ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες