Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οπαλίνα
1 εγγραφή
οπαλίνα η [opalína] Ο25 : είδος αδιαφανούς γυαλιού που μοιάζει με οπάλιο και χρησιμοποιείται στην κατασκευή διακοσμητικών αντικειμένων.

[λόγ. < γαλλ. opaline ή μέσω του ιταλ. opalina (δες στο οπάλιος)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες