Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οντογένεση
1 εγγραφή
οντογένεση η [ondojénesi] Ο33 & οντογονία η [ondoγonía] Ο25 : (βιολ.) η εξέλιξη του οργανισμού από τη γονιμοποίηση του κυττάρου ως την πλήρη διαμόρφωσή του.

[λόγ. < γαλλ. ontogenèse < onto- = οντ- (ον) -ο- + -genèse = -γένε(σις) -ση· λόγ. οντ- (ον) -ο- + -γονία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες