Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ομοτικός
1 εγγραφή
ομοτικός -ή -ό [omotikós] Ε1 : (γραμμ.) που χρησιμοποιείται για τη δήλωση όρκου, που δηλώνει όρκο· ορκωτικός: Ομοτικές εκφράσεις.

[λόγ. < ελνστ. ὀμοτικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες