Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ογκομετρία
1 εγγραφή
ογκομετρία η [oŋgometría] Ο25 : η μέτρηση του όγκου που καταλαμβάνει ένα σώμα.

[λόγ. όγκ(ος) -ο- + -μετρία μτφρδ. γαλλ. volumétrie]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες