Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- νεάνιδα η [neániδa] Ο28 : α.(λόγ.) νεαρό κορίτσι. β. (αθλ.) κατηγορία στην οποία κατατάσσεται μια έφηβη αθλήτρια, σύμφωνα με την ηλικία της: Πρωτάθλημα εφήβων και νεανίδων. Aγωνίζεται στην κατηγορία των νεανίδων.
[λόγ. < αρχ. νεᾶνις, αιτ. -ιδα]