Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ναρκοσυλλέκτης
1 εγγραφή
ναρκοσυλλέκτης ο [narkosiléktis] Ο10 : (στρατ.) στρατιωτικός που έχει εκπαιδευτεί στην ανίχνευση, τον εντοπισμό και την εξουδετέρωση ναρκών 2.

[λόγ. νάρκ(η) 2 -ο- + συλλέκτης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες