Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεταλλάκτης
1 εγγραφή
μεταλλάκτης ο [metaláktis] Ο10 : ονομασία συσκευών που προκαλούν μεταλλαγή και χρησιμοποιούνται στην ηλεκτρολογία ή στις τηλεπικοινωνίες: ~ τηλεφωνικού κέντρου. ~ πιέσεως / ροής.

[λόγ. μεταλλακ- (μεταλλάσσω) -της μτφρδ. αγγλ. transformer]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες