Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μετακιόνιο
1 εγγραφή
μετακιόνιο το [metakiónio] Ο40 : το κενό διάστημα που υπάρχει ανάμεσα σε δύο διαδοχικούς κίονες.

[λόγ. < ελνστ. μετακιόνιον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες