Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λεμονάδα
1 εγγραφή
λεμονάδα η [lemonáδa] Ο26 : ποτό δροσιστικό από χυμό λεμονιού (με ή χωρίς ζάχαρη): ~ με ανθρακικό / από φυσικό χυμό / χωρίς συντηρητικά.

[βεν. limonada με τροπή [i > e] κατά το λεμόνι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες