Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κωμειδύλλιο
1 εγγραφή
κωμειδύλλιο το [komiδílio] Ο42 : ελαφρό θεατρικό έργο με κωμική και ειδυλλιακή υπόθεση που συνοδεύεται από τραγούδια: Tα κωμειδύλλια του Δημητρίου Kορομηλά.

[λόγ. κωμ(ωδία) + ειδύλλιον μτφρδ. γαλλ. comé die-vaudeville]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες