Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κουμάσι
1 εγγραφή
κουμάσι το [kumási] Ο44 : (υβρ., λαϊκ.) ως χαρακτηρισμός ανθρώπου με επιλήψιμη συμπεριφορά: Tι λογής ~ είναι αυτός; Kαλό ~ και του λόγου σου!

[μσν. κουμάσι(ν) (μαρτυρείται στη σημ.: `ρούχα΄) < τουρκ. kumaş `ρούχα, ποιότητα΄ με δείνωση της σημ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες