Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κολπίτιδα
1 εγγραφή
κολπίτιδα η [kolpítiδa] Ο28 : φλεγμονή του γυναικείου κόλπου.

[λόγ. < νλατ. colpitis < ελνστ. κόλπ(ος)1II -itis = -ίτις > -ίτιδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες