Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κοινωνιστής
1 εγγραφή
κοινωνιστής ο [kinonistís] Ο7 : παλαιότερη απόδοση του όρου κομμουνιστής.

[λόγ. κοινων(ισμός) -ιστής μτφρδ. γαλλ. socialiste, communiste]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες