Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καφετζής
1 εγγραφή
καφετζής ο [kafedzís] Ο8 θηλ. καφετζού* : ιδιοκτήτης καφενείου ο οποίος εργάζεται σ΄ αυτό, ετοιμάζει τους καφέδες, τους σερβίρει κτλ.

[τουρκ. kahveci ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες