Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ιστοριογράφος
1 εγγραφή
ιστοριογράφος ο [istorioγráfos] Ο18 θηλ. ιστοριογράφος [istorioγráfos] Ο35 : συγγραφέας ιστορίας και ειδικότερα αυτός που έχει συγγράψει ιστορία της εποχής του ή της χώρας του, συνήθ. ύστερα από επίσημη εντολή: Ο Aρριανός, ο ~ του Mεγάλου Aλεξάνδρου. Οι ιστοριογράφοι των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.

[λόγ. < ελνστ. ἱστοριογράφος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες