Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ηλεκτρολυτικός
1 εγγραφή
ηλεκτρολυτικός -ή -ό [ilektrolitikós] Ε1 : που αναφέρεται στην ηλεκτρόλυση ή που γίνεται με ηλεκτρόλυση: Hλεκτρολυτική διάσπαση, το φαινόμενο του χωρισμού ενός ηλεκτρολύτη σε θετικά και αρνητικά ιόντα με την επίδραση του νερού. Hλεκτρολυτικό στοιχείο.

[λόγ. < διεθ. electro lyt(e) = ηλεκτρολύτ(ης) -ic = -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες