Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ετιά
1 εγγραφή
ετιά η [etxá] Ο24 : (λογοτ.) η ιτιά.

[ελνστ. ἐτέα με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες