Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εργαλειοθήκη
1 εγγραφή
εργαλειοθήκη η [erγalioθíki] Ο30 : ειδική θήκη για την τοποθέτηση εργαλείων.

[λόγ. < ελνστ. ἐργαλειοθήκη]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες