Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιστημονισμός
1 εγγραφή
επιστημονισμός ο [epistimonizmós] Ο17 : φιλοσοφική άποψη σύμφωνα με την οποία κύρος έχουν μόνο τα δεδομένα των εμπειρικών επιστημών.

[λόγ. επιστημον- (δες επιστήμονας) -ισμός μτφρδ. γαλλ. scientifisme]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες