Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εκπομπή
1 εγγραφή
εκπομπή η [ekpombí] Ο29 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εκπέμπω. 1α. (φυσ.) η διαδικασία κατά την οποία ένα (φυσικό) σώμα αφήνει να διασκορπιστούν έξω από αυτό σωματίδια, ακτινοβολία, ενέργεια: Hλεκτρονική / φωτοηλεκτρική ~. ~ ηλεκτρονίων. β. γενικά, απελευθέρωση και διασκορπισμός σωματιδίων: ~ καυσαερίων / ρύπων. 2α. η αποστολή σήματος ή μηνύματος με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, η μεταφορά ήχων και εικόνων με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. β. ό,τι ακούμε ή βλέπουμε σε ένα δέκτη ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων (ραδιόφωνο, τηλεόραση): Ραδιοφωνικές / τηλεοπτικές εκπομπές. Mορφωτικές / ενημερωτικές / ψυχαγωγικές εκπομπές. Ωριαία / ημίωρη ~. Kαθημερινή / εβδομαδιαία ~. Παρακολουθώ μια ~. H ακροαματικότητα μιας εκπομπής.

[λόγ. < αρχ. ἐκπομπή `αποστολή προς τα έξω΄ σημδ. γαλλ. émission]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες