Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- γεωφυσική η [jeofisikí] Ο29 : επιστήμη που μελετά τη φυσική διάπλαση της γης, τις κινήσεις και τη σύστασή της, τις παραμορφώσεις της γήινης επιφάνειας, τα ρεύματα και τις σεισμικές δονήσεις, το ηλεκτρικό και μαγνητικό πεδίο: Θεωρητική ~. Πρακτική ~.
[λόγ. < διεθ. geophysics < geo- = γεω- + physics = φυσική]
- γεωφυσικός -ή -ό [jeofisikós] Ε1 : που αναφέρεται στη φυσική διάπλαση της γης: ~ χάρτης.
[λόγ. γεωφυσ(ική) -ικός]