Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γεροντολογία
1 εγγραφή
γεροντολογία η [jerondolojía] Ο25 : η επιστήμη που μελετά τα βιολογικά, τα κοινωνικά, τα οικονομικά και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της γεροντικής ηλικίας.

[λόγ. < διεθ. gerontology < geronto- = γεροντο- + -logy = -λογία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες