Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βλαχοχώρι
1 εγγραφή
βλαχοχώρι το [vlaxoxóri] Ο44 : χωριό Bλάχων.

[βλαχο- + χωρ(ιό) -ι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες