Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- βερσιόν η [versxón] Ο (άκλ.) : (συνήθ. για κινηματογραφική ταινία, λογοτεχνικό έργο κτλ.) παραλλαγή, εκδοχή: Είδα τη γαλλική ~ της ταινίας και όχι την αμερικανική, με τους ηθοποιούς να μιλούν γαλλικά και όχι αγγλικά.
[λόγ. < γαλλ. version]