Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βεδικός
1 εγγραφή
βεδικός -ή -ό [veδikós] Ε1 : που αναφέρεται στις βέδες ή σχετίζεται με αυτές. || (ως ουσ.) η βεδική, η διάλεκτος της αρχαίας ινδικής στην οποία είναι γραμμένες οι βέδες.

[λόγ. < γαλλ. véd(ique) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες