Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αφροξυλιά η [afroksilá] Ο24 : ονομασία θάμνου ή μικρού φυλλοβόλου δέντρου, που φύεται ή καλλιεργείται στην Ελλάδα και σε όλη την Aνατολή και που σε νεαρή ηλικία έχει κλαδιά με πολύ μαλακό και ελαφρό ξύλο.
[αφρόξυλ(ο) -ιά]