Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ασσυριολογία η [asiriolojía] Ο25 (χωρίς πληθ.) : επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη της γλώσσας και του πολιτισμού των Aσσυρίων.
[λόγ. < γαλλ. assyriologie < αρχ. Ἀσσυρί(α) -ο- + -logie = -λογία]