Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αριθμητήριο
1 εγγραφή
αριθμητήριο το [ariθmitírio] Ο40 : εποπτικό μέσο για τη διδασκαλία της αριθμητικής σε μικρά παιδιά· άβακας.

[λόγ. αριθμητηρ- (δες αριθμητήρας) -ιον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες