Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντιπραξικόπημα
1 εγγραφή
αντιπραξικόπημα το [andipraksikópima] Ο49 : πραξικόπημα που έχει ως σκοπό την καταπολέμηση ή κατάργηση άλλου πραξικοπήματος.

[λόγ. αντι- + πραξικόπημα μτφρδ. αγγλ.(;) countercoup]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες