Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανοσοποίηση
1 εγγραφή
ανοσοποίηση η [anosopíisi] Ο33 : (ιατρ.) η απόκτηση ανοσίας.

[λόγ. ανοσο(ποιώ) -ποίη(σις) -ση απόδ. γαλλ. immunisation]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες