Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανθρωπογονία
1 εγγραφή
ανθρωπογονία η [anθropoγonía] Ο25 : η ανθρωπογένεση2.

[λόγ. < αγγλ. anthropogony < anthropo- = ανθρωπο- + -gony = -γονία (πρβ. ελνστ. ἀνθρωπογονία `γέννηση ανθρώπων΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες