Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανθοκομία
1 εγγραφή
ανθοκομία η [anθokomía] Ο25 : 1.κλάδος της φυτοκομίας που έχει ως αντικείμενο τη συστηματική καλλιέργεια διακοσμητικών φυτών· ανθοκομική. 2. το έργο του ανθοκόμου.

[λόγ. ανθοκόμ(ος) -ία μτφρδ. γαλλ. floriculture ή γερμ. Blumenzucht]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες