Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αναντίστοιχος
1 εγγραφή
αναντίστοιχος -η -ο [anandístixos] Ε5 : που δεν αντιστοιχεί σε κτ. άλλο, που δε βρίσκεται με κτ. άλλο σε σχέση συμμετρίας ή ακολουθίας. ANT αντίστοιχος. || για κπ. που είναι ασυνεπής με ό,τι υποστηρίζει ή πρεσβεύει.

[λόγ. αν- (δες α- 1) αντίστοιχος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες