Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανίσως
2 εγγραφές [1 - 2]
ανίσως [anísos] σύνδ. υποθ. : (σπάν.) συνήθ. με το και / κι, μετά ή πριν, δηλώνει την πρόθεση του ομιλητή να μειώσει τις πιθανότητες να ισχύσει αυτό που εκφράζει η πρόταση· αν τυχόν· εισάγει: 1. δευτερεύουσες υποθετικές προτάσεις: ~ και το χρειαστεί, θα σου το ζητήσει. ~ δεν τον βρουν, θα σου τηλεφωνήσουν; ~ ρωτάς και για μας, είμαστε καλά. Είχε ορκιστεί, ~ τον συναντήσει να μην του ξαναμιλήσει. || δηλώνει υπόθεση και αιτία: Nα μην στενοχωρηθούν, ~ και δεν πετύχουν. 2. πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις· μήπως: Ρώτησέ την ~ θέλει να ΄ρθει μαζί μας.

[μσν. ανίσως < φρ. αν ίσως]

ανίσωση η [anísosi] Ο33 : (μαθημ.) ανισότητα που περιέχει μία ή περισσότερες μεταβλητές.

[λόγ. < ελνστ. ἀνίσω(σις) -ση (διαφ. το αρχ. ἀνίσωσις `εξίσωση΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες