Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμφίθυμος
1 εγγραφή
αμφίθυμος -η -ο [amfíθimos] Ε5 : (ψυχ.) που χαρακτηρίζεται από αμφιθυμία: Aμφίθυμα βρέφη.

[λόγ. αμφι- + θυμ(ός) -ος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες