Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμβλύνους
1 εγγραφή
αμβλύνους -ους -ουν [amvlínus] Ε12ε : (λόγ., για πρόσ.) που χαρακτηρίζεται από αμβλύνοια, από έλλειψη ικανότητας για σωστή και γρήγορη αντίληψη. ANT οξύνους.

[λόγ. αμβλύ(ς) + νους κατά το βραδύνους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες