Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγροζημία
1 εγγραφή
αγροζημία η [aγrozimía] Ο25 : αδίκημα που συνίσταται σε φθορά ξένης αγροτικής καλλιέργειας.

[λόγ. αγρο- + ζημία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες