Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αγιοδημητριάτικος -η -ο [ajoδimitriátikos] & αϊδημητριάτικος -η -ο [(ai)δimitriátikos] Ε5 : που αναφέρεται στη γιορτή του Aγίου Δημητρίου. || (συνήθ. το ουδ. ως ουσ.) το χρυσάνθεμο.
αγιοδημητριάτικα & αϊδημητριάτικα ΕΠIΡΡ. [Aγιο-Δημήτρ(ης), Aϊ-Δημήτρ(ης) -ιάτικος]



