Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
5 εγγραφές [1 - 5] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ερυθρομυκίνη η [eriθromikíni] Ο30 : (φαρμ.) είδος αντιβιοτικού.
[λόγ. < διεθ. erythro- = ερυθρο- + -mycin < αρχ. μύκ(ης) `μύκητας΄ -ine = -ίνη]
- νεομυκίνη η [neomikíni] Ο30 : είδος αντιβιοτικού.
[λόγ. < αγγλ. neomycin < neo- = νεο- + -mycin < αρχ. μύκ(ης) `μύκητας΄ -in = -ίνη]
- στρεπτομυκίνη η [streptomikíni] Ο30 : (φαρμ.) είδος αντιβιοτικού φαρμάκου.
[λόγ. < αγγλ. streptomycin < αρχ. στρεπτό(ς) + αρχ. μύκ(ης) `μανιτάρι΄ -in = -ίνη]
- τεραμυκίνη η [teramikíni] Ο30 : (φαρμ.) είδος αντιβιοτικού.
[λόγ. < αγγλ. Terramycin σήμα κατατ. (-μυκίνη δες στο ερυθρομυκίνη)]
- χρυσομυκίνη η [xrisomikíni] Ο30 : ονομασία αντιβιοτικού.
[λόγ. χρυσο- + μυκίνη]