Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: %ετηρίδα
9 εγγραφές [1 - 9]
-ετηρίδα [etiríδa] : β' συνθετικό σε σύνθετα θηλυκά ουσιαστικά με α' συνθετικό συνήθ. απόλυτο αριθμητικό στη λόγια μορφή του· δηλώνει σειρά προγραμματισμένων εκδηλώσεων για τον εορτασμό της συμπλήρωσης τόσων ετών όσα εκφράζει το α' συνθετικό· (πρβ. -ετία): (δέκα) δεκα~, (πεντήκοντα) πεντηκοντα~.

[λόγ. < αρχ. -ετηρίς, αιτ. -ίδα < ουσ. ἔτ(ος) -ηρ(ός) (πρβ. αρχ. τρι-έτηρος) -ίς ως β' συνθ.: αρχ. τρι-ετηρίς `γιορτή κάθε τρίτο χρόνο΄, πεντα-ετηρίς, ελνστ. πεντηκοντα-ετηρίς]

δεκαετηρίδα η [δekaetiríδa] Ο26 : α. δέκατη επέτειος. β. αντί του δεκαετία.

[λόγ. < ελνστ. δεκαετηρίς, αιτ. -ίδα]

εβδομηκονταετηρίδα η [evδοmikondaetiríδa] Ο26 : η συμπλήρωση εβδομήντα χρόνων από ένα γεγονός: Ο εορτασμός της εβδομηκονταετηρίδας από την ίδρυση της Aκαδημίας Aθηνών.

[λόγ. < ελνστ. ἑβδομηκονταετηρίς, αιτ. -ίδα]

εικοσαετηρίδα η [ikosaetiríδa] Ο26 : επέτειος, εορτασμός για τη συμπλήρωση είκοσι ετών.

[λόγ. < ελνστ. εἰκοσαετηρίς, αιτ. -ίδα `περίοδος είκοσι ετών΄]

εκατονταετηρίδα η [ekatondaetiríδa] Ο26 : 1. η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται εκατό έτη από σημαντικό γεγονός· εκατοστή επέτειος: Ο εορτασμός της πρώτης εκατονταετηρίδας της ελληνικής επανάστασης. 2. αντί του εκατονταετία1.

[λόγ. < αρχ. ἑκατονταετηρίς, αιτ. -ίδα `εκατονταετία΄]

επετηρίδα η [epetiríδa] Ο26 : 1.βιβλίο που εκδίδεται συνήθ. κάθε χρόνο από ορισμένα νομικά πρόσωπα (ιδρύματα, οργανισμούς κτλ.) και περιέχει στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες, την οργάνωση, την ιεραρχία τους κτλ.: H ~ του Πανεπιστημίου / της Aκαδημίας Aθηνών. Επιστημονική ~, που εκδίδεται από επιστημονικά ή πνευματικά ιδρύματα και περιέχει επιστημονικές εργασίες. Mελέτη δημοσιευμένη στην επιστημονική ~ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 2. επίσημος κατάλογος που περιλαμβάνει με σειρά προτεραιότητας τα ονόματα μιας ομάδας ανθρώπων, συνήθ. των υπαλλήλων ορισμένης υπηρεσίας, και συντάσσεται με βάση ορισμένα στοιχεία που αφορούν τα πρόσωπα αυτά (αρχαιότητα, προσόντα, βαθμός κτλ.): H ~ των υπαλλήλων ενός υπουργείου. H ~ των αξιωματικών του στρατού ξηράς / του πολεμικού ναυτικού. Οι διορισμοί των καθηγητών θα εξακολουθήσουν να γίνονται με βάση και την ~. Tηρείται / παραβιάζεται / καταργείται η ~.

[λόγ. επ(ι)- -ετηρ(ίς) > -ίδα κατά τα ελνστ. διετηρίς `διάστημα δύο ετών΄, αρχ. τριετηρίς (< τριετής) `περίοδος τριών ετών΄ απόδ. γαλλ. annuaire]

πενταετηρίδα η [pendaetiríδa] Ο26 : η πέμπτη επέτειος και η γιορτή που γίνεται γι΄ αυτήν: Γιόρτασαν την ~ της ίδρυσης του συλλόγου.

[λόγ. < αρχ. πενταετηρίς, αιτ. -ίδα `περίοδος πέντε ετών΄]

πεντηκονταετηρίδα η [pendikondaetiríδa] Ο26 : 1. η πεντηκοστή επέτειος ενός γεγονότος και η γιορτή που γίνεται γι΄ αυτήν: Γιόρτασαν την πεντηκονταετηρίδα της ίδρυσης του συλλόγου. 2. η πεντηκονταετία.

[λόγ. < ελνστ. πεντηκονταετηρίς, αιτ. -ίδα]

χιλιετηρίδα η [xilietiríδa] Ο26 : α.χιλιοστή επέτειος: Tο 1963 γιορτάστηκε η ~ του Aγίου Όρους. β. αντί του χιλιετία.

[λόγ. < ελνστ. χιλιετηρίς, αιτ. -ίδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες